Category Archives: Συμβουλευτική Ψυχολογία

Στάδια Διαπροσωπικών σχέσεων

Standard

Διερευνητικό στάδιο: Διευκολύνει την εξέλιξη της σχέσης, επιτρέπει στο συμβουλευόμενο να διερευνήσει τα θέματα που τον απασχολούν και δίνει τη δυνατότητα στο σύμβουλο να καταλάβει σε τι μπορεί να βοηθήσει ο ίδιος.

Δεξιότητες:

1) Προσεκτική παρακολούθηση και ενεργητική ακρόαση:Για να δείξουμε στο συνομιλητή μας ότι τον προσέχουμε χρησιμοποιούμε λεκτικούς και μη λεκτικούς τρόπους. Η μη λεκτική συμπεριφορά αποτελεί μια πηγή επικοινωνίας και έκφραση συναισθημάτων μας και δείχνει ότι επιθυμούμε αλλά και ότι αποφεύγουμε  να πούμε στο συνομιλητή μας. Με την ενεργητική ακρόαση προσπαθούμε να καταλάβουμε πως αισθάνεται ο συνομιλιτής μας  συνθέτοντας λεκτικά και μη λεκτικά μηνύματα.

2) Χρήση ερωτήσεων(ανοικτές-κλειστές ερωτήσεις)

Αποσκοπούν στη συγκέντρωση πρόσθετων πληροφοριών , στη διευκρίνηση σκοτεινών σημείων , στον εντοπισμό συγκεκριμένων πλευρών. Οι κλειστές ερωτήσεις εχουν μάλλον περιορισμένη συμβολή σε αυτό το στάδιο. Χρησιμοποιούνται όταν ο συμβουλευόμενος είναι ασαφής.

3) Μικρές Ενθαρρύνσεις:

Είναι απλές λέξεις, νεύματα του κεφαλιού που δείχνουν ότι παρακολουθούμε προσεκτικά το συνομιλητή μας . Οι μικρές ενθαρρύνσεις χρησιμοποιούνται κυρίως από εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.

4) Αναδιατύπωση:

Επαναλαμβάνουμε το περιεχόμενο όσων λέει ο συνομιλητής μας είτε για να δείξουμε ότι τον παρακολουθούμε προσεκτικά , είτε για να ελέγξουμε αν ακούσαμε σωστά όσα ανέφερε , είτε για να αποσαφηνίσουμε τη σκέψη του , είτε για να συνοψίσουμε τα όσα λέχθηκαν κατα τη διάρκεια της συζήτησης.

5) Αντανάκλαση συναισθημάτων:

Ο συμβουλευόμενος αντιδρά στη συναισθηματική πλευρά του μηνύματος.Η δεξιότητα της αντανάκλασης χρησιμοποιείται προκειμένου να διευκολύνει το συμβουλευόμενο στην αναγνώριση, διαλευκανση, έκφραση των συναισθημάτων. Η αντανάκλαση των συναισθημάτων συμβάλλει ιδιαίτερα στην ανάπτυξη ουσιαστικών σχέσεων μεταξύ παιδαγωγών  και μαθητών.

Στάδιο Ενόρασης: Προχωρεί στην αναγνώριση των στοιχείων εκείνων που κινητοποιούν ή εμποδίζουν τους συμβουλευόμενους να επιτύχουν τους στόχους τους. Η χρήση διαφόρων δεξιοτήτων οδηγεί την ανίχνευση σε βαθύτερο επίπεδο.

α) Πρόκληση κατα πρόσωπο: Θέλει να φέρει το συμβουλευόμενο αντιμέτωπο με τις αντιφάσεις και τις ακολουθίες του για να έρθει σε καλύτερη επικοινωνία με τον εαυτό, τα συναισθήματα, και τη συμπεριφορά του. Απαραίτητη προυτπόθεση: Ύπαρξη καλής διαπροσωπικής σχέσης που τη χαρακτηρίζουν η αμοιβαία εμπιστοσύνη και ο σεβασμός.

β) Ερμηνεία: Ο σύμβουλος προσπαθεί να δώσει ένα νέο νόημα στις σκέψεις και τα συναισθήμτά του έτσι ώστε ο συμβουλευόμενος να δει από άλλη οπτική γωνία. Στόχος της ερμηνείας είναι η προαγωγή της αυτογνωσίας του συμβουλευόμενου μέσα από την κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του.

Αυτοαποκάλυψη:Προυποθέτει ουσιαστική σχέση με το σύμβουλο.. Ο σύμβουλος οφείλει να αποκαλύψει στο συμβουλευόμενο, κάποια στοιχεία από τον εαυτό του. Οι αυτοαποκαλύψεις αποσκοπούν στο να ενισχύουν το συμβουλευόμενο να ξεπεράσει τις δυσκολίες του, τις οποίες θα συσχετίσει  με τις αντίστοιχες προσωπικές εμπειρίες του πρώτου.

Αμεσότητα: Συνίσταται στη συζήτηση για τα πρόσωπα που είναι παρόντα και για τα συναισθήμτα που υπάρχουν εκείνη τη στιγμή  και αφορά την αποκάλυψη των συναισθημάτων για τον εαυτό, τον άλλο, ή τη μεταξύ τους σχέση. Ενδέχεται να εμπεριέχει στοιχεία αυτοαποκάλυψης και πρόκλησης.

Στάδιο Δράσης

Ο συμβουλευόμενος είναι έτοιμος να δραστηριοποιηθεί για την αναζήτηση και επιλογή τρόπων αντιμετώπισης ή και επίλυσης συγκεκριμένου προβλήματος.

Δεξιότητες:

1) Πληροφόρηση: Αφορά στη γνωστοποίηση γεγονότων, δεδομένων ή απόψεων με στόχο την ενημέρωση, τη διδασκαλία και τη μόρφωση προκειμένου να αλλάξει συμπεριφορά, σκέψεις, συναισθήματα.

2) Καθοδήγηση: Έχει στόχο να ενισχύσει την αλλαγή συμπεριφοράς του συμβουλλευόμενου αφού πρώτα έχει ανιχνεύσει σκέψεις, συναισθήματα, έχει αποκτήσει ενόραση και έχει αποφασίσει τι επιθυμεί να αλλάξει.

3) Γενίκευση-εξακολούθηση-παρακολούθηση: Η γενίκευση της νέας συμπεριφοράς στην πραγματική ζωή και η ενίσχυση των προσπαθειών του συμβουλευόμενου προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελούν τα σημαντικότερα στοιχεία του τελευταίου σταδίου της διαπροσωπικής σχέσης. Μπορεί να ενισχυθεί στην καθημερινή ζωή , μέσα από παιχνίδια ρόλων, οικογενειακή συμβουλευτική, με την ανάθεση κατ’οίκον εργασιών, όπου ο σύμβουλος υποδεικνύει στο συμβουλευόμενο συγκεκριμένες ενέργειες που θα πρέπει να εφαρμόσει στην καθημερινή του ζωή και έπειτα να τις συζητήσει.

Πηγές:

1) Gottman J., Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη, Αθήνα Ελληνικά Γράμματα, 2000

2)Μαλικιώση-Λοίζου Μ.,Η συμβουλευτική Ψυχολογία στην Εκπαίδευση: Από τη θεωρία στην πράξη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2001

Οι Συμβουλευτικές Δεξιότητες στην Εκπαίδευση

Standard

Ορθή αντίληψη: Αναφέρεται στην ικανότητα αποκρυπτογράφησης συγκεκριμένων στοιχείων μιας κατάστασης, που θα οδηγήσει στην πρόκληση μιας συγκεκριμένης αντίδρασης αντί κάποιας άλλης.

Προυποθέσεις:: Η γνώση του εαυτού για την ορθή αντίληψη της κατάστασης και η απόκτηση εμπειρίας

Εστίαση: Διαδραματίζει βασικό ρόλο στην εξέλιξη της προσωπικής αλληλεπίδρασης. Είναι μια δεξιότητα που επαυξάνει την ακρίβαια στην προτίμηση του συμβουλευόμενου.

Αναζήτηση-Ανάδειξη προσόντων: Ανάδειξη της θετικής πλευράς του χαρακτήρα του συμβουλευόμενου που τον ενθαρρύνει και τον εμψυχώνει.

Πηγές

1) Gottman J., Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη.,Επιμέλεια Χ. Χατζηχρήστου, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2000

2) Μαλικιώση-Λοίζου Μ., Η συμβουλευτική Ψυχολογάι στην εκπαίδευση. Από τη θεωρία στην πράξη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2001

Εργο του εκπαιδευτικού

Standard

α) Η μεταβίβαση γνώσεων, η προαγωγή και η ανάπτυξη κριτικής σκέψης των μαθητών, ώστε να μπορούν να αναλύουν , να συνθέτουν, να εκτιμούν, να αξιολογούν, όσα μαθαίνουν

β) Κοινωνικοποίηση: Ο εκπαιδευτικός πρέπει να έχει μεριμνήσει για την ποιότητα της παιδαγωγικής σχέσης σε ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο. Η διαδικασία της κοινωνικοποίησης δίνει έμφαση στην αναζήτηση των δεσμών μεταξύ των παιδιών των μεταναστών και των μειονοτικών πληθυσμών.

γ) Διαπροσωπικές σχέσεις: Επηρεάζουν θετικά τη μαθησιακή και κοινωνική εξέλιξη των μαθητών, ικανοποιούν βασικές τους ανάγκες και ενισχύουν την αυτοεκτίμησή του.

Προυπόθεση:Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να διακρίνονται για το ειλικρινές ενδιαφέρον, τη φροντίδα, τη συναισθηματική κατανόηση και το σεβασμό τους για τους μαθητές.

δ) Συμβουλευτική: ρόλος του εκπαιδευτικού ως παιδαγωγού-ψυχολόγου

Προυπόθεση: Ύπαρξη ευαισθητοποιημένων εκπαιδευτικών. Η σημασία του συμβουλευτικού ρόλου αναδεικνύεται σε θέματα πειθαρχίας, μάθησης, αξιολόγησης, διαπροσωπικών σχέσεων στην τάξη. Επιδιώκει την ψυχολογική στήριξη των μαθητών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες.

Η συμβουλευτική στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση:

Οι λειτουργίες της αποσκοπούν στην επίλυση ποικίλων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά σε σχεση με τον κοινωνικό, συναισθηματικό, προσωπικό και μαθησιακό τομέα. Ο εκπαιδευτικός δεν π΄ρεπει να αντιμετωπίζει τα συναισθήματα των παιδιών σαν λανθασμένα και ασήμαντα. Θα ήταν προτιμότερο να αναπτύξει μια συναισθηματική αγωγή επικαλούμενος τις δεξιότητες της συμβουλευτικής:

Δεξιότητες:

α) Χρήση σύντομων προτάσεων

β) Χρήση ερωτήσεων

γ) Χρήση σαφούς και συγκεκριμένης γλώσσας.

δ) Χρήση παραφράσεων

ε) Αντανάκλαση συναισθημάτων

στ) Περίληψη

Η συμβουλευτική προσέγγιση έχει σκοπό να προσφέρει ψυχολογική βοήθεια και στήριξη στους μαθητές καθώς αυτοί προσπαθούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. Στο επίπεδο της σχολικής τάξης η συμβουλευτική προάγει θετικό κλίμα, πρόσφορο για μάθηση καθώς και την αίσθηση προσωπικής αξίας στους μαθητές. Υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για να υπάρξει καλή διαπροσωπική σχέση παιδαγωγού-μαθητή:

1) Ενσυναίσθητη κατανόηση:Ικανότητα του παιδαγωγού να κατανοεί τον κόσμο των μαθητών του έτσι όπως αυτοί τον αντιλαμβάνονται.

2)Σεβασμός

3) Η γνησιότητα: Η ικανότητα να κατανοεί τις εμπειρίες των μαθητών και να εμφανίζει  τις δικές του εσωτερικές εμπειρίες, όποτε χρειάζεται.

4) Η άνευ όρων αναγνώριση

5) Η αυτοαποκάλυψη: Η διαδικασία αποκάλυψης πτυχών της προσωπικής ζωής του παιδαγωγού.

Πηγές:

1) Gottman J., Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη.Επιμέλεια Χ.Χατζηχρήστου, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2000

2)Μαλικώση-Λοίζου Μ., Η συμβουλευτική Ψυχολογία στην Εκπαίδευση: Απο τη θεωρία στην πράξη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2001

Στόχοι της εκπαίδευσης

Standard

Η εκπαίδευση δεν είναι μόνο μία μαθησιακή αλλά και μια ψυχολογική διαδικασία. Τα κίνητρα και επιθυμίες επηρεάζουν τη σκέψη και τη συμπεριφορά των μαθητών. Οι εκπαιδευτικοί προκειμένου να κινητοποιήσουν το ενδιαφέρον των μαθητών θα πρέπει να λάβουν υπόψη τα προσωπικά ενδιαφέροντα και την προσωπικότητα του κάθε μαθητή. Η μάθηση εχει καλύτερα αποτελέσματα όταν συντελείται σε χώρο όπου υπάρχουν καλές διαπροσωπικές σχέσεις.

Συγκεκριμένα Στην Ελλάδα περιλαμβάνονται τρείς στόχοι Στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα:

1) Γνωστικοί στόχοι: Που αποσκοπούν στην απόκτηση γνώσεων, στην καλλιέργεια της δημιουργικής και ανώτερης κριτικής σκέψης, καθώς και την ανάπτυξη αυτογνωσίας και αυτοκριτικής.

2) Θυμικοί στόχοι: Η ανάπτυξη και η ενίσχυση των θετικών συναισθημάτων και αξιών. Προυπόθεση για την πραγματοποίηση αυτού του στόχου είναι η ύπαρξη καλού μαθησιακού κλίματος που θα έχει προσωπικό νόημα για το μαθητή

3) Ψυχοκινητικοί στόχοι: Να βοηθήσουν να αναπτύξουν φυσικές και σωματικές ικανότητες.

Παρ’όλ’ αυτά ,στην πράξη,οι παραπάνω στόχοι παραγκωνίζονται ή μένουν ανολοκλήρωτοι. Θα πρέπει να υπάρξουν επιμορφωτικά προγράμματα και να γίνει προσπάθεια ανθρωπιστικής προσέγγισης στην εκπαίδευση από την πλευρά των εκπαιδευτικών. Η ανθρωπιστική προσέγγιση χαρακτηρίζεται από την επικέντρωση και την έμφαση που δίνει στο μαθητή, ως άτομο μοναδικό και ξεχωριστό. Στόχος της είναι η ενίσχυση της σκέψης, της κρίσης και της κατανόησής του.

Οι Morse και Brand έχουν καταγράψει αρχές που διευκολύνουν τη μαθησιακή διαδικασία.

1) Τα παιδιά  μαθαίνουν καλύτερα ως ενεργητικοί, παρά ως παθητικοί δέκτες γνώσεων

2) Η μάθηση είναι μια φυσική , ισόβια διαδικασία που προυποθέτει μία σύνθετη, ολοστική προσέγγιση.

3) Οι ενήλικες αποτελούν ισχυρά πρότυπα για τα παιδιά όλων των ηλικιών.

Διδακτικές προσεγγίσεις. Σαφής διατύπωση στόχων και προσπάθεια για την από κοινού πραγματοποίησή τους

— Σαφή παρουσίαση της ύλης

–Συνεργατική μάθηση

–Έμφαση στην εκπλήρωση των στόχων των μαθητών

–Προσανατολισμός στην πρακτική εξάσκηση, δημιουργία ανεξάρτητων μαθητών

–Παροχή ορθής ανατροφοδότησης στις επιδόσεις των μαθητών.
Πηγές:

1) Gottman J., Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσετε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη., Επιμέλεια Χ. Χατζηχρήστου, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2000

2) Μαλικιώση-Λοίζου Μ., Η συμβουλευτική Ψυχολογία στην Εκπαίδευση: Από τη θεωρία στην πράξη, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα , 2001

Σχολείο- Ο ρόλος της Συμβουλευτικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση

Standard

Πριν να αναφερθώ στην εφαρμογή της συμβουλευτικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση, καλό θα ήταν να εισάγω μια γενική εικόνα για τη Συμβουλευτική στα πλαίσια της οποίας διαμορφώνεται η ανθρωπιστική εκπαίδευση.

Κυριος στόχος της συμβουλευτικής ψυχολογίας είναι να βοηθήσει τον άνθρωπο στην αναγνώριση και αποδοχή των σκέψεων, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς του προκειμένου να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις δυσκολίες που συναντά. Ο ρόλος της συμβουλευτικής ψυχολογίας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο χώρο της εκπαίδευσης. Η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα, καθιστά αναγκαία την ανθρώπινη διάσταση της εκπαίδευσης. Η ανθρωπιστική εκπαίδευση επιδιώκει να βοηθήσει τους μαθητές να αναπτύξουν τις δυνατότητές τους και να γίνουν ενεργοποιημένα και ολοκληρωμένα πρόσωπα. Παράλληλα, τα δυσκολότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας άνθρωπος στη ζωή του είναι διαπροσωπικής φύσεως. Καλό θα ήταν το σχολείο να βοηθά τα παιδιά να αναπτύσσουν τις απαραίτητες δεξιότητες για τη δημιουργία και τη διατήρηση επιτυχημένων διαπροσωπικών σχέσεων.

Ο ρόλος των εκπαιδευτικών συνοπτικά, είναι να βοηθήσουν τους μαθητές να γίνουν ενεργά μέλη της τάξης, του σχολείου και της κοινωνίας, να εξελιχθούν σε άτομα με θετικές αξίες με χρήσιμες ικανότητες και με υψηλή αυτοεκτίμηση.

Σύμφωνα με τον C.Rogers, οι εκπαιδευτικοί αναλαμβάνουν το ρόλο του προσώπου που θα βοηθήσει τους μαθητές να προοδεύσουν ψυχολογικά, συναισθηματικά και γνωστικά.  Μια εποικοδομητική ατμόσφαιρα συζήτησης εκπαιδευτικού-μαθητή διακρίνεται σε τέσσερα στοιχεία:

Ο Δάσκαλος δείχνει ζεστασιά και ανταποδοτικότητα, εκφράζει ειλικρινές ενδιαφέρον και αποδέχεται το μαθητή, ως πρόσωπο

–Η συμβουλευτική σχέση χαρακτηρίζεται από αποδοχή και επιτρέπει την έκφραση συναισθημάτων

–Ο μαθητής είναι ελεύθερος να εκφράσει τα συναισθήματά του.

–Η συμβουλευτική σχέση είναι απαλλαγμένη από κάθε είδους πίεση ή εξαναγκασμό.

Για τον Maslow η ελευθερία, της έρευνας και της μάθησης, η εντιμότητα, η ειλικρίνεια, και η αρμονία και  στις διαπροσωπικές σχέσεις είναι πολύ σημαντικές, αφού η απουσία τους καθιστά αδύνατη την ικανοποίηση των βασικών αναγκών.

Πρώτιστο μέλημα του εκπαιδευτικού είναι η μέριμνα να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες των μαθητών, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να λειτουργήσουν σε ανώτερα επίπεδα.

Οι μαθητές είναι πιο πιθανό να παρακινηθούν προς την ικανοποίηση των αναγκών τους για εκτίμηση και αυτοπραγμάτωση όταν αισθάνονται ότι οι βιολογικές τους ανάγκες είναι πλήρεις και όταν έχουν την αίσθηση ότι ανήκουν σε μία ομάδα. Η εξέλιξη γίνεται κατανοητή ως το αποτέλεσμα μιας σειράς περιστάσεων οι οποίες προσφέρουν ελεύθερη επιλογή, ανάμεσα στην ελκυστικότητα και στους κινδύνους ασφαλείας και εξέλιξης. Απαραίτητες προυποθέσεις για να μπορέσει ο εκπαιδευτικός να λειτουργήσει βοηθητικά είναι η ειλικρίνεια και η γνησιότητά του.

Πηγές:

1) Gottman J., Ησυναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη.Επιμέλεια Χ. Χατζηχρήστου, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2000

2) Μαλικιώση-Λοίζου Μ., Η συμβουλευτική Ψυχολογία στην Εκπαίδευση: Από τη θεωρία στην πράξη, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2001

3) Η Συναισθηματική Αγωγή κατά ηλικία

Standard

Η συναισθηματική αγωγή ακολουθεί την εναλασσόμενη πορεία του παιδιού από τη μία ηλικία στην άλλη.

Στη βρεφική ηλικία, οι μιμητικές συνομιλίες είναι σημαντικές, γιατί οι γονείς δείχνουν στο παιδί ότι το προσέχουν και ανταποκρίνονται στα συναισθήματά του. Έτσι συντελείται η απαρχή της συναισθηματικής επικοινωνίας. Η περίοδος 3-6 μηνών είναι εξαιρετικά κρίσιμη, γιατί η κατάθλιψη της μητέρας μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του νευρικού συτήματος του μωρού. Οι γονείς που εφαρμόζουν συναισθηματική αγωγή πρεπει να δίνουν προσοχή στις διαθέσεις του μωρού τους και να ανταποκρίνονται σε αυτές. Τα βρέφη μέσω αυτής της διαδικασίας μαθαίνουν να ηρεμούν τον εαυτό τους. Η περίοδος 6-9 μηνών χαρακτηρίζεται από μία έντονη κινητικότητα του μωρού. Οι εξερευνήσεις, η ανακάλυψη αντικειμένων, η χαρά, η περιέργεια, ο φόβος, είναι γνωρίσματα αυτής της περιόδου και εξαιρετικά σημαντικά για τους γονείς. Σε αυτό το σημείο οφείλουν να τους εμπλουτίζουν το περιβάλλον εσωτερικό-εξωτερικό με ερεθίσματα. Η ενθάρρυνσητης συναισθηματικής νοημοσύνης έγκειται στη μίμηση των συναισθηματικών του αντιδράσεων. Για να ενισχυθεί  ο συναισθηματικός δεσμός με τα βρέφη αυτής της ηλικίας, οι γονείς θα πρεπει να γίνουν καθρεφτης που αντικατοπτρίζει τα συναισθήματα που εκφράζουν. Κατά την περίοδο 9-12 μηνών τα παιδιά κατανοούν ότι και οι άλλοι άνθρωποι είναι δυνατόν να συμμεριστουν τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους. Σε αυτήν την ηλικια τα παιδιά παρατηρούν προσεκτικά τους γονείς τους αναζητώντας τα συναισθηματικά σήματα που μεταδίδουν.

Νηπιακή ηλικία (έως 3 ετών)

Σε αυτήν την ηλικία τα παιδιά αναπτύσσουν την αυτογνωσία τους και εξερευνούν την αυτονομία τους. Η συναισθηματική αγωγή είναι χρήσιμη και για την καθοδήγηση των παιδιών όσον αφορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν πχ Παρόλο που τα νήπια έλκονται το ένα από το άλλο, δυσκολεύονται να παίξουν αρμονικά μαζί. ‘Ενας άλλος σημαντικός παράγοντας που διαδραματίζει ενεργό ρόλο στη ζωή του παιδιού είναι η ανάπτυξη ενδιαφέροντος για το συμβολικό παιχνίδι.

Πρώτη παιδική ηλικία(4-7 ετών)

Τα παιδιά είναι έτοιμα να βγούν στον κόσμο και να αναπτύξουν διαπροσωπικές σχέσεις που προσφέρουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν δεξιότητες χειρισμού των συναισθημάτων τους. Η συνήθειά τους να παίζουν σε ζευγάρια ενδυναμώνουν το αίσθημα συνεργασίας και συντροφικότητάς τους.

Μέση παιδική ηλικία (8-12 ετών)

Τα παιδιά αρχίζουν να έχουν επαφές με την ευρύτερη κοινωνική ομάδα και κατανοούν τις κοινωνικές επιδράσεις. Η νοητική ανάπτυξη συντελείται με ταχείς ρυθμούς. Τα παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη είναι ικανά να αντιλαμβάνονται τα σήματα των συνομηλίκων τους. Νιώθουν την ανάγκη ενδυνάμωσης συναισθηματικών δεσμών με τους γονείς τους.

Εφηβεία

Χαρακτηρίζεται από έντονη ανησυχία, ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα του παιδιού, αμφισβήτηση. Το παιδί πολλές φορές φαίνεται απορροφημένο από τον εαυτό του. Η φιλία είναι κριτήριο για την εξερεύνηση και ανακάλυψη της προσωπικής τους ταυτότητας. Σε αυτήν την  περίπτωση οι γονείς πρέπει να δεχτούν ότι η εφηβεία είναι περίοδος κατά την οποία τα παιδιά απομακρύνονται  από τους γονείς τους. Παράλληλα η ενσυναίσθηση και ο σεβασμός για τους εφήβους είναι μεγάλης σημασίας. Ολοκληρωτικά πρέπει οι γονείς να συνεχίσουν να ενημερώνονται για όσα συμβαίνουν στη ζωή του παιδιού τους, να αναγνωρίζουν τις συναισθηματικές του εμπειρίες. Η ενσυναίσθηση, η προσεκτική ακρόαση, ο ειλικρινής σεβασμός ενεργοποιεί τη διαδικασία της συναισθηματιής αγωγής και ισχυροποιεί τους οικογενειακούς δεσμούς.

Πηγή: Gottman J.,Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2000


2) Συναισθηματική αγωγή.

Standard

Τα 5 βασικά στάδια της συναισθηματικής αγωγής.

Η ενσυναίσθηση ως θεμέλιος λίθος όλων των σταδίων είναι η ικανότητα να νιώθει κανείς τα συναισθήματα που βιώνει ένα άλλο άτομο.

  1. Επίγνωση των συναισθημάτων του παιδιού. Η συναισθηματική επίγνωση σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε πότε βιώνουμε ένα συναίσθημα, ότι μπορούμε να το κατανοήσουμε και ότι είμαστε ευαίσθητοι στην εκδήλωση των συναισθημάτων των άλλων. Η επίγνωση είναι πολυδιάστατη. Οι πιο συνηθισμένοι τρόποι για την επίγνωση των συναισθημάτων είναι ο διαλογισμός, η προσευχή, η τήρηση ημερολογίου κα ι οι διάφορες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Οι γονείς οφείλουν να είναι σε θέση να ακούν προσεκτικά, και να προσεγγίζουν τα παιδιά τους κυρίως μέσα απ΄το παιχνίδι.
  2. Η εκδήλωση του συναισθήματος ως ευκαιρία για οικειότητα και καθοδήγηση. Η αναγνώριση των αρνητικών κυρίως συναισθημάτων των παιδιών απ΄τους γονείς, ως ευκαιρία για κατανόηση και εφαρμογή δεξιοτήτων για την επίλυση προβλημάτων, τους απελευθερώνει και τους εξοπλίζει με πολύτιμη γνώση.
  3. Ενσυναισθητική ακρόαση και αναγνώριση των συναισθημάτων των παιδιών. Ο ενσυναισθητικός ακροατής χρησιμοποιεί τα μάτια του για να παρατηρήσει τη γλώσσα του σώματος των παιδιών, τη φαντασία του προκειμένου να αντιληφθεί την οπτική γωνία του παιδιού.
  4. Βοήθεια στο παιδί προκειμένου να εκφράσει λεκτικά τα συναισθήματά του.Η πράξη του χαρακτηρισμού των συναισθημάτων έχει ηρεμιστικό αποτέλεσμα στο νευρικό σύστημα των παιδιών και ανακάμπτουν έυκολα από επεισόδια που τα αναστατώνουν.
  5. Καθορισμός ορίων και βοήθεια για τη επίλυση προβλημάτων. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει κάποια βήματα προκειμένου να έχει αποτελέσματα. Η θέσπιση ορίων είναι απαραίτητη για να γνωστοποιήσει στα παιδιά τις συνέπειες της μή τηρησής τους. Παράλληλα οι γονείς οφείλουν να συνεργάζονται με τα παιδιά τους προκειμένου να εντοπίσουν εναλλακτικές λύσεις στα διάφορα προβλήματα. Η ενθάρρυνση επίσης είναι πολύ σημαντική από την πλευρά των γονέων για να αναπτύσσονται οι πρωτοβουλίες των παιδιών.

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω η συναισθηματική αγωγή δεν είναι πάντα αποτελεσματική στην καθημερνή οικογενειακή ζωή. Γι αυτό το λόγο υπάρχουν κάποιες τεχνικές ή στρατηγικές μέθοδοι.

–Αποφύγετε τις υπερβολικές επικρίσεις και τα ταπεινωτικά σχόλια

–Αγνοήστε τις γονεικές σας προτεραιότητες

–Σκεφτείτε τις εμπειρίες των παιδιών σας σε σύγκριση με παρόμοιες εμπειρίες ενηλίκων

–Μην προσπαθείτε να επιβάλλετε τις δικές σας λύσεις στα προβλήματα του παιδιού σας.

–Συμμεριστείτε τα όνειρα και τη φαντασία του παιδιού σας.

–Να είστε ειλικρικνής με το παιδί σας

–Διαβάστε με το παιδί σας  παιδική λογοτεχνία.

–Να είστε υπομονετικοί κτά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Κατόπιν φορτισμένης ατμόσφαιράς η συναισθηματική αγωγή είναι ακατάλληλη. Πράγοντες όπως:

–η πίεση χρόνου

–η ύπαρξη ακροατηρίου

–ο εκνευρισμός και η κούραση

παρακωλύουν το έργο της, αναστέλλουν τη θετική της επίδραση στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή των παιδιών.

πηγή: Gottman J., Ησυναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών.Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη,Ελληνικά γράμματα, Αθήνα, 2000

1)Συναισθηματική νοημοσύνη

Standard

Στη σημερινή εποχή η γεωμετρική πρόοδος ανάπτυξης επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων, έχει επιβάλλει ένα διαφορετικό τρόπο ζωής. Οι ευρείες αλλαγές διαμορφώνουν νέες επιτακτικές ανάγκες σε όλες τις εκφάνσεις του σύγχρονου βίου. Μία από αυτές είναι και η αγωγή των παιδιών με συναισθηματική νοημοσύνη.

Κατά συνέπεια οι γονείς χρειάζεται να αναπτύξουν ευφυείς τρόπους για να διδάξουν στα παιδιά τους συναισθηματικά και κοινωνικά μαθήματα, παρόλο που η νέα οικονομικοκοινωνική πραγματικότητα είναι δεσμευτική και στενεύει τα χρονικά περιθώρια ενασχόλησης των γονέων με τα παιδιά τους.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα παιδιά που αναπτύσσονται με συναισθηματική νοημοσύνη είναι ικανά να ελέγχουν τις παρορμήσεις τους, να κατανοούν τα κοινωνικά σήματα των άλλων ανθρώπων, είναι πιο ανθεκτικά και ευπροσάρμοστα και ικανά να συνεχίσουν τις παραγωγικές δραστηριότητες.

Υπάρχουν 3 τύποι γονέων που δεν μπορούν να διδάξουν συναισθηματική νοημοσύνη στα παιδιά τους:

  1. Οι αποστασιοποιημένοι γονείς,οι οποίοι δεν προσεγγίζουν τα παιδιά τους συναισθηματικά, αλλά αντιμετωπίζουν τα συναισθήματα των παιδιών τους ως ασήμαντα. Πολλές φορές  γελοιοποιούν τα συναισθήματα των παιδιών τους και επιθυμούν τη γρήγορη εξαφάνισή τους.
  2. Οι επικριτικοί ή αποδοκιμαστικοί,οι οποίοι κρίνουν και επικρίνουν τις συναισθηματικές εκδηλώσεις των παιδιών τους και δίνουν έμφαση στη συμμόρφωση του παιδιού με «καλά πρότυπα». Τα αποτελέσματα της επικριτικής-αποδοκιμαστικής διαπαιδαγώγησης, ταυτίζονται με αυτά της αποστασιοποιημένης.
  3. Οι επιτρεπτικοί ή παραχωρητικοί, οι οποίοι αποδέχονται ελέυθερα οποιαδήποτε συναισθηματική έκφραση των παιδιών τους, χωρίς να θέτουν όρια. Με αποτέλεσμα τα παιδιά να μην διδάσκονται τρόπους επίλυσης καθημερινών προβλημάτων.

Αντίθετα οι συναισθηματικοί μέντορες, βλέπουν τα αρνητικά συναισθήματα ευκαιρία για στενότερη επικοινωνία. Παράλληλα σέβονται τα συναισθήματα των παιδιών τους κα προσπαθούν να τα ακούν, να θέτουν όρια, να δείχνουν ενσυναίσθηση, να προσφέρουν καθοδήγησηκαι να διδάσκουν δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων.

Με αυτόν τον τρόπο, τα παιδιά μαθαίνουν να εμπιστεύονται και να χειρίζονται τα συναισθήματά τους, αλλά και να λύνουν τα προβλήματά τους. Αποκτούν αυτοεκτίμηση, αναπτύσσουν ικανότητες μάθησης και έχουν καλές σχέσεις με τους άλλους.

πηγή: Gottman J.,Ησυναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Πως να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη, Ελληνικά γράμματα, Αθήνα, 2000